ΠΗΛΙΟ. ΑΝΩ ΚΕΡΑΣΙΑ – ΒΕΝΕΤΟ

Η διαδρομή διαρκεί 2:30 ώρες. Υψομετρικά, ξεκινάμε περίπου από τα 540μ, μέγιστο περίπου 680μ, και καταλήγουμε περίπου στα 250μ.
Εκτενής περιγραφή δεν πιστεύουμε ότι χρειάζεται, καθώς είναι αρκετά καλά σημαδεμένη, και με λίγη προσοχή στους χωματόδρομους για σημάδια που μας ξαναβάζουν σε μονοπάτι, καθώς και σε κομβικά σημεία, δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος.
Στο τέλος του δρόμου μέσα στη άνω Κερασιά, αμέσως βλέπουμε δυο ταμπέλες όπου η μία γράφει “Μονή Φλαμουρίου” και δείχνει δρόμο που κατηφορίζει, ενώ εμείς ακολουθούμε την άλλη, προς “Βένετο – Αγία Παρασκευή”. Κινούμαστε σε εύκολη ανηφοριά, με αρκετά όμορφο δασικό τοπίο και σύντομα βγαίνουμε σε χωματόδρομο. Μετά από λίγα μέτρα συναντάμε μονοπάτι όπου φεύγει αριστερά, το οποίο και ακολουθούμε. Κινούμαστε σε πετρώδες έδαφος, μέσα σε χαμηλή βλάστηση και πουρνάρια.

Κάποια στιγμή συναντάμε και το μονοπάτι που ξεκινάει από το μνημείο του 54ου Συντάγματος ΕΛΑΣ να έρχεται από τα αριστερά μας. Δυτικά έχουμε συνεχώς μια όμορφη θέα προς το θεσσαλικό κάμπο και τη λίμνη Κάρλα. Στην συνέχεια φτάνουμε στην τοποθεσία “Γερακοφωλιά” μια καταπράσινη λαγκαδιά με ψηλές οξιές. Από αυτό το σημείο, κινούμαστε σε συνδυασμό πια, μονοπατιού με καλντεριμιού.
Φτάνοντας στο τέλος της λαγκαδιάς, μπαίνουμε σε μια στενή πετρώδη περιοχή ανάμεσα σε δυο πλαγιές, και στη βλάστηση κυριαρχούν πια οι Δρεις. Κινούμαστε πια μόνο σε φαρδύ καλντερίμι το οποίο είναι σε πολύ καλή κατάσταση. Φτάνοντας στη συνέχεια στη τοποθεσία “Το χωράφι της Γιάνναινας”, συναντάμε και το μονοπάτι που έρχεται από το χωριό Κανάλια. Σύντομα αρχίζουμε να έχουμε θέα στο Αιγαίο και να κατηφορίζουμε για το Βένετο, μέσα σε πυκνή και ψηλή θαμνώδης βλάστηση. Όσο πλησιάζουμε το χωριό, κινούμαστε παράλληλα με ρέμα στο οποίο ρέει πηγή.

ΙΣΤΟΡΙΚΑ

Αυτή τη φορά, ο Ε.Ο.Σ. περπάτησε στο μονοπάτι, από το οποίο τα χρόνια της Αντίστασης εναντίων των Ναζί, γίνονταν ο βασικός ανεφοδιασμός με όπλα και εφόδια στη Θεσσαλία. Τα καραβάνια, αφού φορτώνονταν στη παραλία Κουλούρι του Βένετου, ξεκινούσαν ακολουθώντας αυτό το μονοπάτι για να φτάσουν στην Άνω Κερασιά. Από εκεί ξεκινούσε η διοχέτευση των πολεμοφοδίων στις αντάρτικες μονάδες της Θεσσαλίας.

Το χωριό της Κερασιάς

Το χωριό άρχισε να δημιουργείται γύρω στο 1550-1600. Ουσιαστικά ήταν δύο χωριά. Η Άνω Κερασιά ήταν το κυρίως χωριό, ενώ στην κάτω ξεχειμώνιαζαν.
Τα χρόνια της Αντίστασης είχε εγκατασταθεί στη Άνω Κερασιά η διοίκηση του 54ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ. Οι λόγοι είναι, ότι το χωριό για εκείνη την εποχή δεν ήταν σε εύκολα προσβάσιμη περιοχή και δεν είχε και σύνδεση με αυτοκινητόδρομο. Επίσης οι κάτοικοι του χωριού αγκάλιασαν την αντίσταση και διέθεσαν σπίτια και υπάρχοντα για τις ανάγκες των ανταρτών. Διάφορα σπίτια είχαν και από κάποια εγκατάσταση. Η Διοίκηση, το αναρρωτήριο, η επιμελητεία, η Συμμαχική αποστολή, το συνεργείο ραπτικής, τα μαγειρεία, είχαν και από μία διαφορετική στέγη. Τα τυπογραφεία βρίσκονταν σε ακόμα πιο δυσπρόσιτη περιοχή, στη Μονή Σουρβιάς. Το συνεργείο των οπλουργών ήταν μοιρασμένο στο Βένετο, όπου ήταν η κύρια δύναμη, σε ένα εξωκλήσι και σε μια σπηλιά. Στο σημείο αυτό να μεταφέρουμε κάποια λόγια του Κερασιώτη οπλουργού Κώστα Αλεξάνδρου:

“… Το συνεργείο το εγκαταστήσαμε λίγο έξω από το χωριό, σε ένα καλύβι, προς την κατεύθυνση του μοναστηριού Φλαμπούρι. Τώρα ο Βόλος ήτανε σιμά, μπορούσαμε να προμηθευτούμε, ότι εργαλεία και υλικά θέλαμε. Οξυγόνο, μέγγενη και φορητό καμίνι τα πήρα από το μαγαζί μου στο Βόλο. Τώρα το συνεργείο μας το πλαισίωναν και άλλοι εξαιρετικοί τεχνίτες και πρώτος ο ανιψιός μου Απόστολος Ταγματάρχης, ο Γιάννης Βουδορόπουλος, σιδηροδρομικός, Ο Δ. Ιωνάς, ωρολογοποιός, ο Σπύρος Κεραμίδας μηχανολόγος και πολλοί άλλοι […] Εκεί είχαμε πολύ δουλειά. Φέρανε ένα βαρύ πολυβόλο “Χοτσκις” το οποίο είχαν κρύψει οι χωρικοί από την οπισθοχώρηση της Αλβανίας. Αφού το καθάρισα καλά, είδα ότι δεν είχαμε βλήματα δικά του. Μου φέραν τρεις χιλιάδες, ίσως ίσως και παραπάνω σφαίρες γερμανικές. Ήταν του ίδιου διαμετρήματος με το “Χοτσκις” αλλά ήταν μακρύτερες κατά ενάμιση χιλιοστό και δεν περνούσαν από τη θυρίδα του πολυβόλου. Μίκρυνα το βλήμα μπροστά από δέκα σφαίρες, τις έβαλα σε μια ταινία και έκανα δοκιμή. Πράγματι εργάστηκε καλά και έτσι κόντεψα όλες τις σφαίρες. Πλην της επισκευής των όπλων και πολυβόλων, μας φέραν και 350 καμένα όπλα από μία ανατίναξη που έγινε στη Παλιά Μιτζέλα και θέλαν όλα κοντάκια. Φέραμε πλάκες ξερές από καρυδιάς ξύλα, από το χωριό Μούρεσι και ανέλαβε ο άριστος ξυλουργός Γιώργος Μητσόπουλος, φτιάξαμε καινούργια ελατήρια, βάψαμε όσα παλιά είχαν χάσει τη βαφή τους, γίναν εύχρηστα πάλι, και τα πήραν τα τμήματα των ανταρτών…


Το φούντωμα του αντάρτικου στο Πήλιο και το μαζικό ξεσήκωμα του λαού ήταν βασική αιτία που ανάγκασε τους κατακτητές να πραγματοποιήσουν το χτένισμα της περιοχής του Πηλίου. Το Πήλιο είχε ξεχωριστή στρατηγική θέση λόγω και του Αιγαίου .Μετά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στη Πίνδο το αντάρτικο του Πηλίου θα αντιμετωπίσει με τη σειρά του ,τις απεγνωσμένες προσπάθειες των ΝΑΖΙ για να το εξουδετερώσουν. Σκοπός τους ήταν να διαλύσουν την οργάνωση ,να καταστρέψουν τις αποθήκες κι τα ορμητήρια και να εξουδετερώσουν την αντάρτικη δύναμη του 54ου Συντάγματος. Για το σκοπό αυτό συγκεντρώθηκαν στο Βόλο με απόλυτη μυστικότητα ,μια μεραρχία με διοικητή Γερμανό Στρατηγό αποτελούμενη από 5.000 περίπου στρατιώτες, πολλά πυροβόλα και 3 αεροπλάνα. Ο βασικός στόχος των ναζιστικών εκκαθαριστικών επιχειρήσεων ήταν η Άνω και Κάτω Κερασιά. Εκείνη την περίοδο στην Άνω Κερασιά βρισκόταν το δεύτερο τάγμα του 54ου Συντάγματος έχοντας επικεφαλής ως στρατιωτικό τον Γ.Σπυριδάκη και καπετάνιο τον Α.Οικονομίδη. Στις 31 του Μάρτη 1944,αρχίζουν από το πρωί ναζιστικές ανιχνεύσεις προς την Κάτω Κερασιά .Μεγάλη φάλαγγα από 125 αυτοκίνητα ακολουθεί. Στην είσοδο του χωριού αντάρτικες νάρκες τοποθετημένες έγκαιρα από το λόχο μηχανικού ,τινάζουν 3 αυτοκίνητα των Ναζί. Η προσπάθεια για το μάζεμα των υπόλοιπων στοιχίζει τη ζωή σε 20 Ναζί . Όλα δείχνουν πως τα Κοκκινόγια έχουν σειρά. Τα Κοκκινόγια είναι μια τοποθεσία που βρίσκεται υψηλότερα της Άνω Κερασιάς σε υψόμετρο 1.000 περίπου μέτρων. Οι καιρικές συνθήκες ήταν πολύ δυσμενείς ,το χιόνι είχε καλύψει τα πάντα, με εξαιρετικά χαμηλές Θερμοκρασίες. Από τα χαράματα της 2/4/44 οι Ναζί κινούνται για το χτένισμα της περιοχής από 3 κατευθύνσεις. Δύο αεροπλάνα και 8 πυροβόλα βομβαρδίζουν συνεχώς τα Κοκκινόγια. Οι αντάρτες χρησιμοποιούν για παραλλαγή λευκά σεντόνια για να αποκρύπτουν τα πολυβόλα από τις επιθέσεις των αεροπλάνων. Το τμήμα που επιτίθεται ανατολικά από το ύψωμα της Χιονότρυπας καθηλώνεται από το πολυβόλο του Μιχ.Πλατίκα με χειριστές τους Ρώσους Αλεξέι Καρένωφ και Πιότρ Ροκανώφ.Ο εχθρός καταφέρνει να πλησιάσει από τις δυο άλλες κατευθύνσεις τις αντάρτικες θέσεις.

Εδώ ,δεν έχουν τώρα θέση τα βαριά όπλα….. Τώρα δουλεύει το αυτόματο ,η χειροβομβίδα και το μαχαίρι….. Για να βαφτεί το χιόνι κατακόκκινο ,γεμάτο πτώματα, ματωμένες γάζες και βαμπάκια βαμμένα με ιώδιο. Όλη τη μέρα οι ντουφεκιές και οι ριπές των αυτόματων ,οι φονικές εκρήξεις των χειροβομβίδων ,οι φωνές οδύνης των τραυματιών και τα ουρλιαχτά των ΝΑΖΙ από τις θανάσιμες μαχαιριές των ανταρτών ,θα σκορπούν το άγριο θανατικό της σκληρής πάλης που θα αντιβουίζει σε όλες τις γύρω χαράδρες και πλαγιές του παρθένου τοπίου.

Το πολύ όμως αίμα που χύθηκε ,θα διακόψει τη ναζιστική επίθεση για να επιστρέψουν τελικά οι επιδρομείς στις βάσεις τους, λεηλατώντας ,πυρπολώντας και καταστρέφοντας στο γυρισμό τους στις 4/4/1944 τα δύο χωριά της Άνω και Κάτω Κερασιάς …

Η μάχη στα Κοκκινόγια είναι μια από τις σημαντικότερες που δόθηκε από το Αντάρτικο της Θεσσαλίας και χαρακτηρίστηκε δικαίως “θρίαμβος για τα Θεσσαλικά αντάρτικα όπλα” 27 αντάρτες του συντάγματος έπεσαν στη μάχη, ενώ οι ΝΑΖΙ είχαν πάνω από 100 νεκρούς.
Κατά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του Γερμανικού Στρατού από τις 28/03/1944 έως 4/4/1944 και τα δύο χωριά (Άνω και Κάτω) έγιναν παρανάλωμα του πυρός, με πολλά ανθρώπινα θύματα. Το ολοκαύτωμα και η δίωξη από τους ΝΑΖΙ υπήρξαν εξοντωτικές για τους κατοίκους ,ώστε από τότε οι υλικές ζημιές να είναι εμφανείς μέχρι σήμερα . Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε τις παρακάτω καταστροφές.

Κάτω Κερασιά:

125 διώροφες λιθόκτιστες και πλακοσκέπαστες οικίες μαζί με έπιπλα, οικοσκευές, κτηνοτροφικά και γεωργικά εργαλεία.
Ο Ιερός ναός του Αγίου Νικολάου καθώς και ένα εξωκλήσι του Αγίου Ιωάννη (λιθόκτιστοι και πλακοσκέπαστοι).
Το Δημοτικό Σχολείο.
Το διώροφο Κοινοτικό Κατάστημα.
Η πλατεία του χωριού ανασκαμμένη από τα τανκς.
Μεγάλες ζημιές στην πέτρινη τοξωτή γέφυρα.

Άνω Κερασιά:

120 διώροφες λιθόκτιστες και πλακοσκέπαστες οικίες μαζί με έπιπλα και κλπ.
Ο Ιερός ναός των Αγίων Δώδεκα Αποστόλων και τρία ξωκλήσια.
Το Δημοτικό Σχολείο.
Το Κοινοτικό Κατάστημα και η πλατεία του χωριού, ζημιές στη τοξωτή γέφυρα.
400 οικόσιτα ζώα, αιγοπρόβατα και βοοειδή,900 αιγοπρόβατα

ΣΜΟΛΙΚΑΣ (2637μ.) – Παλαιοσέλι – Δρακόλιμνη – Κορφή

Ο γερο-Σμόλικας εκτείνεται στο βόρειο τμήμα του νομού Ιωαννίνων και στο δυτικό του νομόυ Γρεβενών. Με τον Γράμμο στα βόρεια και την Τύμφη στα νότια, αποτελεί τμήμα του ορεινού όγκου της β. Πίνδου.
Στα τέλη του Ιούλη λοιπόν σύντροφοι από αυτοοργανωμένες συλλογικότητες βρεθήκαμε στους πρόποδες του Σμόλικα και από κοινού οργανώσαμε την ανάβαση στα μονοπάτια του βουνού.
Η πορεία ξεκίνησε από το ορειβατικό καταφύγιο του Σμόλικα σε υψόμετρο 1750μ. το οποίο είναι προσβάσιμο από καλοπατημένο δασικό δρόμο που ξεκινά από το Παλαιοσέλι, μήκους 7χλμ.
Το μονοπάτι (Ο3) ελίσσεται μέσα σε δάσος μαύρης πεύκης (pinus nigra) και ρόμπολου (pinus leucodermus) σχεδόν μέχρι τα 2000μ. υψόμετρο. Μετά από 2 – 2,5 ώρες πορείας, με φορτωμένα σακίδια, συναντήσαμε τη Δρακόλιμνη σε υψόμετρο 2150μ., όπου και στήσαμε τον καταυλισμό μας.
Η πηγή που συναντήσαμε στο δρόμο μας είναι περίπου 5 λεπτά μετά το καταφύγιο, αλλά δεν αγχωνόμαστε γιατί το μεγαλύτερο διάστημα του χρόνου επιφανειακά ύδατα κυλάνε στις ρεματιές, γύρω από την Δρακόλιμνη, τον κώνο της κορφής και τις τριγύρω στάνες. Αναφορικά εμείς συναντήσαμε τρεις.
Το μεγαλύτερο μέρος της ομάδας επέλεξε ολοήμερη ρέκλα, ενώ ένας μικρός ευέλικτος σχηματισμός 4 ατόμων κατηφόρισε προς το χωριό Πάδες για ανεφοδιασμό.
Ξεκινώντας από τη Δρακόλιμνη για Πάδες το μονοπάτι είναι το ίδιο με αυτό του Παλαιοσελίου. Στα 20 λεπτά περίπου συναντάμε διακλάδωση οπού συνεχίζει καλοσηματοδοτημένο μονοπάτι προς το χωριό. Η μόνη δυσκολία της διαδρομής ήταν στην τοποθεσία “Σάρα” οπού το μονοπάτι κόβεται και χάνεται από το σαθρό έδαφος της ρεματιάς. Εμείς πρέπει να κολλήσουμε στην απέναντι πλαγιά, όπου η σηματοδότηση ξαναείναι εμφανής.
Η διάρκεια αυτής της διαδρομής είναι 2 ώρες στη κατάβαση με 1000μ. υψομετρική διαφορά και τρεις ώρες στην ανάβαση. Η μισή διαδρομή της επιστροφής πραγματοποιήθηκε νύχτα και η επιστροφή στη Δρακόλιμνη βρήκε την ομάδα ρέκλας μπροστά στη φωτιά να περιμένει το τσίπουρο…
Λίγο μετά τις 5 το πρωί ένας νέος ευέλικτος σχηματισμός 8 ατόμων αυτή τη φορά, πήρε το μονοπάτι για την ψηλότερη κορφή του Σμόλικα με υψόμετρο 2637μ. Η πορεία τραβερσάρει τον κώνο της κορφής, έχει καλή σήμανση ακόμα και με πολύ χιόνι και σε περίπου 1-1,5 ώρα βρίσκεσαι στο ψηλότερο σημείο της β. Πίνδου να ατενίζεις τις επιβλητικές κορυφές της βορινής όψης της Τύμφης, τον Γράμμο, τη Βασιλίτσα και δεκάδες άλλες κορφές που οι αντάρτικοι σκοποί ακόμα περιφέρονται με τις ριπές του ανέμου.
Από εκεί φεύγει και το μονοπάτι για Σαμαρίνα μέσω Μόσιας, όπου βρίσκονται οι απόκρυμνες πλαγιές του βουνού αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία όπως και η κατάβαση για Κεράσοβο μέσα από δάση οξιάς.
Η επιστροφή στο καταφύγιο από την κορυφή διαρκεί περίπου 2 ώρες συνεχούς κατάβασης.
Στου Σμόλικα τις χρυσοπορφυρές τις ράχες βρεθήκαμε, γνωριστήκαμε, κουβεντιάσαμε, συνδιαμορφώσαμε και νοιώσαμε πως όλοι μαζί μπορούμε να κάνουμε ΤΑ ΠΑΝΤΑ.
[lg_folder folder=”smolikas09/”]

ΟΛΥΜΠΟΣ 2918μ. Λιτόχωρο-Καταφυγιο Α (φαράγγι Ενιπέα – Πριόνια – καταφύγιο Α)

18 -19 Ιούνη.

Η διάσχιση του φαραγγιού του Ενιπεά ακολουθώντας το ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε4, πρόκειται για μία ιδιαίτερης φυσικής ομορφιάς διαδρομή σε ενα καλογραμμένο μονοπάτι μήκους 10,5 χιλιομέτρων χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες. Καταλείγει στη θάση Πριόνια (1100μ), όπου βρίσκονται και οι πηγές του ποταμού σε μια τοποθεσία με φιλόξενα ξέφωτα για κατασκήνωση, βάθρες και καταρράκτες.


Για το κομμάτι αυτό της διαδρομής χρειαστήκαμε γύρω στις 4 ώρες ανάβασης χωρίς ιδιαίτερο βάρος με υψομετρική διαφορά στα 700μ.
Στην έξοδο του φαραγγιού στα Πριόνια ξεκινάει το μονοπάτι για το καταφύγιο Α (σπήλιος αγαπητός 2100μ.). Η διαδρομή περνάει μέσα από δάσος οξιάς, μαύρης πεύκης ενώ όσο ανεβαίνουμε υψόμετρο κυριαρχεί το ρόμπολο. Νερό θα χρειαστεί να κουβαλάμε από Πριόνια για να καλύψουμε τα 6χλμ του μονοπατιού, ενω σε περίπτωση κακοκαιρίας διάφορες ρηχές σπηλιές στη πορεία μας θα προσφέρουν καταφύγιο.

Θεωρείται ενα από τα πιο πολυσύχναστα μονοπάτια τους καλοκαιρινούς μήνες και διαρκεί γύρω στις 2 ώρες με ελαφρύ εξοπλισμό.
Για την πλούσια, ιδιαίτερη αλλά και απειλούμενη χλωρίδα και πανίδα του Ολύμπου θα αναφερθούμε εκτενώς σε μελλοντική δημοσίευση.
[lg_folder folder=”olumpos/”]